Πέμπτη 9 Απριλίου 2015

Ακόμη δεν γνωρίζουμε ούτε το ποιοι ούτε το γιατί σκότωσαν τον Χριστό



Άρθρο της εφημερίδας Ελ Παϊς με θέμα το μυστήριο του θανάτου του Ιησού, αλλά και τη διαχρονική προσέγγιση της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Ευχαριστώ την Ειρήνη Χατζηκουμή για την πολύτιμη βοήθειά της.

gr.forwallpaper.com

Από διάφορα εδάφια των τεσσάρων Ευαγγελίων προκύπτουν έως και 7 εκδοχές, διαφορετικές κι αντικρουόμενες, ως προς τη Σταύρωση
Κάθε φορά που πλησιάζουν οι εορτασμοί της Μεγάλης Εβδομάδας, οι χριστιανοί αναρωτιούνται ποιοι καταδίκασαν τον Χριστό και υπό ποιες συγκεκριμένες κατηγορίες. Ήταν οι Ιουδαίοι αυτοί που Τον έσυραν στον Σταυρό ή μήπως οι Ρωμαίοι, που τον καιρό εκείνο είχαν τον έλεγχο της Παλαιστίνης, θεωρώντας Τον απειλή για την τάξη;
 «Προσευχόμαστε για τους άπιστους Ιουδαίους»… «Άκουσε, Θεέ, τη δέησή μας για τον παραλογισμό του λαού εκείνου, ούτως ελευθερωθεί από το σκότος». Πρόκειται για την προσευχή που απαγγέλουν εκατομμύρια καθολικοί στη Λειτουργία της Μεγάλης Παρασκευής από το 1570, όταν ο πάπας Πίος Ε’ δημιούργησε τη Ρωμαιοκαθολική Σύνοψη.
Εκείνη η υβριστική για την ιουδαϊκή θρησκεία προσευχή -θρησκεία από την οποία γεννήθηκε ο χριστιανισμός- υπονοούσε, κι έτσι το εκλάμβαναν οι πιστοί, πως ήταν οι Ιουδαίοι αυτοί που σκότωσαν τον Χριστό. Ο ισραηλινός συγγραφέας Άμος Οζ το λέει ανοιχτά: «Για χιλιετίες ολόκληρες η Καθολική Εκκλησία αφιερώθηκε στο να χαρακτηρίζει τους Εβραίους ως δολοφόνους του Ιησού».
Ωστόσο, σήμερα οι ιστορικοί τείνουν να αναγνωρίσουν πως ήταν οι Ρωμαίοι κι όχι οι Ιουδαίοι αυτοί που καταδίκασαν τον επαναστάτη Προφήτη.
Βασίζονται σε δυο συγκεκριμένα επιχειρήματα: από τη μία, η σταύρωση ήταν άγνωστη ως μορφή θανατικής ποινής στους Ιουδαίους, οι οποίοι προτιμούσαν τον λιθοβολισμό, τον αποκεφαλισμό και την καρατόμηση ως ποινές. Η σταύρωση ήταν ειδικότητα των Ρωμαίων για την τιμωρία πολιτικών επαναστατών. Από την άλλη, τον καιρό του Ιησού, με τους Ρωμαίους να έχουν καταλάβει την Παλαιστίνη, οι ιουδαϊκές αρχές είχαν χάσει την δικαιοδοσία καταδίκης εις θάνατο. Η βλασφημία ήταν ο μοναδικός λόγος για τον οποίο μπορούσαν ίσως να το κάνουν, δηλαδή αυστηρά και μόνο για θρησκευτικούς λόγους.
Πιθανόν σε μία πρώτη φάση, ο Ιησούς να δικάστηκε στο δικαστήριο του Μεγάλου Σανχεντρίν[1] με την κατηγορία της βλασφημίας, έχοντας αμφισβητήσει την εξουσία του Ναού. Ωστόσο, αυτό που λένε τα Ευαγγέλια είναι ότι το δικαστήριο παρέπεμψε τον Ιησού στον ρωμαίο Πιλάτο για να Τον κρίνει, σημάδι του ότι δεν συνέτρεχαν θρησκευτικά κίνητρα για να Τον καταδικάσουν εις θάνατο, όπως εξηγεί ένας από τους βαθύτερους γνώστες του θέματος, ο Πολ Γουίντερ, στο έργο του On the Trial of Jesus.
Η σύγχυση αυτή μπορεί να πηγάζει από το γεγονός ότι μεταξύ των Ιουδαίων υπήρχε το συνήθειο να κρεμούν τα σώματα των νεκρών προς (περαιτέρω) λιθοβολισμό, εκθέτοντας τους έτσι στο λαϊκό όνειδος, κάτι όμως που απέχει από τη σταύρωση όπου οι κατάδικοι καρφώνονταν ζωντανοί στον σταυρό και αφήνονταν να ξεψυχήσουν από αιμορραγία, διαδικασία που μπορούσε να διαρκέσει μέρες ολόκληρες.
Οι ραβινικές πηγές αναφέρουν πως ο θάνατος επί του σταυρού γινόταν «σύμφωνα με την πρακτική των Ρωμαίων». Φτάνει να θυμηθούμε πως πηγές από την εποχή του Αντίοχου Δ’ αναφέρουν με αποστροφή τη ρωμαϊκή τακτική της «κρεμάλας ζωντανών ανθρώπων», η οποία όπως υπενθυμίζεται, «ποτέ δεν πραγματοποιήθηκε στο Ισραήλ». 
Ο πάπας Ιωάννης ΚΓ’ ήταν αυτός που το 1959 επέβαλε την αφαίρεση από την προσευχή της Μεγάλης Παρασκευής των φράσεων «άπιστοι Ιουδαίοι» και «παραλογισμού εκείνου του λαού» που απαρνιόταν να αναγνωρίσει τη θεϊκή φύση του Ιησού.
Ο διάδοχος του Ιωάννη ΚΓ’, Παύλος ΣΤ’, προχώρησε ακόμη πιο πέρα κι αφαίρεσε και την προσευχή-δέηση όπως αλλαξοπιστήσουν οι «τυφλοί Ιουδαίοι».
Η αλλαγή έδωσε στην προσευχή έναν τόνο θετικό, κάνοντας επίκληση στους Ιουδαίους ως τον λαό που «ο Κύριος επέλεξε ως τους πρώτους μεταξύ των ανθρώπων για να ακούσουν τον Λόγο Του».
Ο γερμανός πάπας Βενέδικτος ΙΣΤ’ ήταν αυτός που επέτρεψε στους καθολικούς συντηρητικούς, πηγαίνοντας κόντρα στη Β’ Βατικάνεια Σύνοδο, να επιστρέψουν στη χρήση των λατινικών στη Λειτουργία. Ήταν επίσης αυτός που επανέφερε στην προσευχή της Μεγάλης Παρασκευής την ιδέα της αλλαξοπιστίας των Εβραίων: «Ας προσευχηθούμε για τους Ιουδαίους. Να φωτίσει ο Θεός τις καρδιές τους και να αναγνωρίσουν τον Ιησού Χριστό». Ήταν ένα πισωγύρισμα και τώρα αναμένεται από τον Φραγκίσκο, τον πάπα που έχει εκφραστεί με τον μεγαλύτερο σεβασμό, φτάνοντας σε σημείο θαυμασμού, για την εβραϊκή θρησκεία, να αφαιρέσει εκ νέου από τις χριστιανικές προσευχές το όποιο κατάλοιπο σχετικά με την αναγκαιότητα των Ιουδαίων –της πρώτης μεγάλης μονοθεϊστικής θρησκείας της ιστορίας- να αλλαξοπιστήσουν σε άλλη θρησκεία που δεν είναι η δική τους.  
Στην πραγματικότητα, από τις πρώτες κιόλας διαμάχες των χριστιανών του 2ου αιώνα ξεκίνησε μια προσπάθεια να φορτωθεί στις πλάτες των Εβραίων το βάρος της καταδίκης εις θάνατον του μεγαλύτερου Αθώου στην ιστορία, για χάρη της εύνοιας των Ρωμαίων, οι οποίοι αφού στην αρχή κατεδίωξαν τους χριστιανούς, στη συνέχεια τους κέρδισαν, γεμίζοντας με προνόμια την Εκκλησία τους.
Εάν ήταν οι Ρωμαίοι εκείνοι που, σύμφωνα με τους σύγχρονους ιστορικούς, σταύρωσαν τον Χριστό, αυτό που δεν έχει αποσαφηνιστεί ακόμη είναι τα κίνητρα της τιμωρίας. Ωστόσο, εάν η σταύρωση ως ποινή θανάτου προοριζόταν για τους πολιτικούς ταραξίες, τότε δεν υπάρχει αμφιβολία πως ο Πιλάτος και η ρωμαϊκή εξουσία ήταν πλέον πεπεισμένοι πως ο Προφήτης που προκαλούσε ανοιχτά τους ισχυρούς, που έφτασε να αποκαλέσει «αλεπού» τον Ηρώδη και που έσερνε πίσω του μια κοσμοσυρροή περιφρονημένων από την εξουσία, έπρεπε να σταυρωθεί ως πολιτικός επαναστάτης.
Θα το επιβεβαίωνε η επιγραφή που τοποθέτησαν στον Σταυρό: «Ιησούς Ναζωραίος Βασιλιάς Ιουδαίων», έτσι για να κοροϊδέψουν Αυτόν που αυτοανακηρύχθηκε, σύμφωνα με τους Ρωμαίους πάντα, ως ο νέος ηγέτης αυτού του λαού.
Έτσι όπως δεν γνωρίζουμε από τα επίσημα Ευαγγέλια ούτε το πού ούτε το πότε γεννήθηκε ο Ιησούς, άλλο τόσο δεν γνωρίζουμε με απόλυτη βεβαιότητα το ποιοι, πότε και γιατί σταύρωσαν Εκείνον τον περιπλανώμενο Προφήτη.
Ο Ιησούς ήταν ένας Ιουδαίος που «θεράπευε τους πάντες», που δήλωνε πάντα πιστός ακόλουθος της θρησκείας των γονιών του και, όντας ο ίδιος μπροστά από την εποχή Του, ήθελε η μεγάλη ιουδαϊκή θρησκεία να μην μένει καθηλωμένη σε έναν μόνο λαό, αλλά να ανοίξει τις πόρτες της σε εθνικούς και ειδωλολάτρες, σε όσους δεν είχαν κάνει περιτομή, για να έρθει έτσι η μέρα –όπως είπε στη Σαμαρείτισσα- στην οποία άνδρες και γυναίκες δεν θα χρειάζονται τους ναούς, ούτε των Ιουδαίων ούτε των Σαμαρειτών, για να εξασκούν τη λατρεία τους, παρά μόνο «τη δύναμη του πνεύματος που αποκαλύπτει πραγματικά την αλήθεια».
Εκεί εγκαινίασε ο Ιησούς τη σύγχρονη οικουμενικότητα που έβλεπε στην αφοσίωση της ίδιας της συνείδησης του ατόμου ως τον μοναδικό ναό όπου θα μπορούν να συγκεντρώνονται, δίχως διακρίσεις ή θρησκευτικούς πολέμους, όλα τα ανθρώπινα όντα.
Πιθανότατα σε καμιά άλλη στιγμή της ζωής του Ιησού, οι τέσσερις Ευαγγελιστές δεν επιμένουν τόσο όσο στη διήγηση των γεγονότων των παθών και του θανάτου Του. Κι από την άλλη, σε καμιά άλλη στιγμή της βιογραφίας Του δεν υπάρχουν τόσες διαφορές και διαφωνίες μεταξύ των τεσσάρων επίσημων Ευαγγελίων της Εκκλησίας.
Παρόλο που είναι σαφές πως οι Ευαγγελιστές δεν προσπάθησαν να γράψουν ιστορία με τη σύγχρονη έννοια του όρου, αλλά μάλλον να «επικοινωνήσουν ένα θρησκευτικό μήνυμα», όπως επεξηγεί ο Γουίντερ κι επιβεβαιώνει ένας άλλος ειδικός, ο Μάρτιν Ντιμπέλιους, γίνεται σαφές επίσης πως μέσα σε αυτές τις αφηγήσεις (και παρά τις όποιες ασυμφωνίες μεταξύ τους) κρύβεται μια ιστορική αλήθεια που απαιτεί ιδιαίτερη ερμηνευτική προσπάθεια για να αποκαλυφθεί.
Σε ορισμένα στιγμιότυπα της Σταύρωσης προκύπτουν έως κι επτά διαφορετικές εκδοχές, μεταξύ των τεσσάρων Ευαγγελιστών.
Το δίχως άλλο, από το υπόβαθρο εκείνων των γεγονότων που ακόμη παραμένουν στο σκοτάδι προέκυψε ένα μεγάλο κίνημα –όχι μόνο θρησκευτικό, μα και πολιτικό, ανθρωπιστικό, έως και νομικό- της ανθρώπινης ιστορίας. Και σε αυτήν την ιστορία συνεχίζει να ηχεί υπόκωφα, σαν προειδοποίηση ή προβληματισμός, η ερώτηση του Πιλάτου στον Ιησού κατά τη διάρκεια της ανάκρισης: «Ποια είναι η αλήθεια;»
Καλή Μεγάλη Εβδομάδα σε όλους, ανεξαρτήτου πίστεως και δίχως άλλες καταδίκες Ιεράς Εξέτασης.
Καλή Μεγάλη Εβδομάδα για αυτούς που υποφέρουν και μάχονται ενάντια στην απαξίωση και κακομεταχείριση των πιο αδύναμων της ιστορίας.
Καλή Μεγάλη Εβδομάδα για όλους τους εσταυρωμένους, φυσικά ή ηθικά, από μίσος προς τη θρησκεία, τη φυλή, το χρώμα του δέρματός τους.
Καλή Μεγάλη Εβδομάδα με την ευχή να σταματήσει στον κόσμο η θανατική ποινή για να μην (ξανά)έχουμε κανέναν άλλον αθώο για θύμα της, όπως ο Εσταυρωμένος Γαλιλαίος, σύμβολο όλων των άδικων καταδικών ανά τον κόσμο. 

Μετάφραση στα ελληνικά: Γιώργος Χατζητριανταφύλλου


[1] Το ανώτατο εβραϊκό νομοθετικό και θρησκευτικό συμβούλιο που λειτουργούσε και ως δικαστήριο το οποίο είχε έδρα την Ιερουσαλήμ, και αποτελούσε τη μεγαλύτερη θρησκευτική αυθεντία του ιουδαϊσμού σε όλη την περιφέρεια της Γης του Ισραήλ, ιδιαίτερα κατά τους ελληνιστικούς χρόνους.