Μεταφρασμένο
απόσπασμα από το μυθιστόρημα La ciudad de
los prodigios[1]
του Eduardo Mendoza, το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Seix Barral.
www.bibliofiloenmascarado.com |
Όπως θα διαπίστωνε ο
Ονόφρε μετά από ώρες κατασκοπείας, η Δελφίνα εγκατέλειπε κάθε πρωί την πανσιόν μόνο
για μια ώρα το πρωί κι αυτή σκάρτη, προκειμένου να πάει για ψώνια. Με τη σκέψη
πως τούτη θα ήταν μια καλή ευκαιρία για να την πλευρίσει, παρέβλεψε για ένα
πρωινό τις δουλειές του κι ακολούθησε την παραδουλεύτρα ως την αγορά. Η Δελφίνα
έβγαινε εφοδιασμένη με δυο μεγάλες ψάθινες τσάντες, παρέα με τον γάτο. Βάδιζε με
βήμα αποφασιστικό, αν και κάπως αφηρημένη, σαν να βρισκόταν αλλού. Εξαιτίας
αυτής της της αφηρημάδας, τα ξυπόλητα πόδια της χώνονταν μες στους νερόλακκους
και στους σωρούς των σκουπιδιών. Τα παιδιά που αλώνιζαν στα στενά την έβλεπαν να περνά χωρίς πολλά-πολλά.
Ο φόβος του γάτου ήταν αυτός που τα απέτρεπε από το να τα βάλουν μαζί της και
να της πετάξουν πέτρες ή άλλα σκουπίδια. Ούτε οι γυναίκες στους πάγκους της
αγοράς δεν εκτιμούσαν τη Δελφίνα. Δεν συμμετείχε ποτέ στα κουσκούς και ήταν
ιδιαιτέρως απαιτητική ως προς το ζύγι και την ποιότητα των προϊόντων. Τα δε
παζάρια της, ανηλεή. Πάντοτε αγόραζε πράγματα σε άσχημη κατάσταση, αποσκοπώντας
στο να της κάνουν έκπτωση. Εάν η πωλήτρια της έλεγε πως το λάχανο δεν είχε
σαπίσει και πως ακόμη διατηρούσε σημάδια φρεσκάδας, η Δελφίνα αντιδρούσε πως
δεν ήταν έτσι, πως το λάχανο μύριζε απαίσια, πως είχε γεμίσει σκουλήκια και πως
δεν ήταν διατεθειμένη να πληρώσει μια περιούσια για σαβούρες σαν και δαύτη. Εάν η πωλήτρια στύλωνε τα πόδια κι ανέβαιναν οι τόνοι, η Δελφίνα
βούταγε τον γάτο απ’ την κοιλιά, και τον ακουμπούσε στον
πάγκο. Αυτός αμέσως καμπούριαζε τη ράχη, όρθωνε το τρίχωμα κι έβγαζε τα νύχια.
Η μπαμπεσιά έφερνε αποτέλεσμα: η πωλήτρια, σκιαγμένη, τελικά υποχωρούσε. Ορίστε,
ορίστε, της έλεγε, πάρτε το λάχανο και πληρώστε με ό,τι έχετε ευχαρίστηση, αλλά
μην ξανάρθετε από το πόστο μου, γιατί δεν σκοπεύω να σας
εξυπηρετήσω άλλη φορά, ελπίζω να μ’ ακούσατε. Η Δελφίνα σήκωνε τους ώμους κι
επέστρεφε την επομένη μέρα με τις ίδιες βλέψεις. Οι πωλήτριες χλώμιαζαν από θυμό
όταν την έβλεπαν, ενώ είχαν πλησιάσει και μια μάγισσα που περιφερόταν στην
αγορά, για να της κάνει μάγια - κι ακόμη περισσότερο στον γάτο. Όλα αυτά τα διαπίστωσε
ο Ονόφρε, χωρίς την παραμικρή δυσκολία, από τα ανερυθρίαστα σχόλια των
πωλητριών όταν ένιωθαν απελευθερωμένες από την παραδουλεύτρα και τον μοχθηρό της
γάτο.
Μετάφραση στα ελληνικά: Γιώργος Χατζητριανταφύλλου
Επιμέλεια/διόρθωση: Ειρήνη Χατζηκουμή
[1]
Κυκλοφορεί στα ελληνικά με τον τίτλο Η
πόλη των θαυμάτων από τις εκδόσεις Ζαχαρόπουλος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου