Στο
διήγημά του Ο Μπόρχες κι εγώ (1960) ο συγγραφέας επικοινωνεί το συναίσθημα μιας διχασμένης ταυτότητας, την αναμέτρηση του εσωτερικού,
βιωματικού εγώ και του εγώ-συγγραφέας, διαμορφωμένο αυτό μέσα από το έργο του. (Raquel
Chang-Rodríguez, Malva E. Filer, Voces de Hispanoamérica, 2004, σελ. 355)
Ο Μπόρχες κι εγώ,
του Χόρχε Λουίς
Μπόρχες
Στον άλλον, στον
Μπόρχες, είναι στον οποίον συμβαίνουν τα πράγματα. Εγώ περπατώ στο Μπουένος
Άιρες και χασομερώ, σχεδόν μηχανικά πια,
για να χαζέψω την καμάρα σε μιαν είσοδο μαζί με την καγκελόπορτα. Απ’ τον
Μπόρχες λαμβάνω νέα απ’ το ταχυδρομείο και βλέπω τ’ όνομά του σε μια τριπλέτα καθηγητών
ή σ’ ένα βιογραφικό λεξικό. Μου αρέσουν οι κλεψύδρες, οι χάρτες, η τυπογραφία
του 18ου αιώνα, οι ετυμολογίες, η γεύση του καφέ και η πεζογραφία
του Στήβενσον. Ο άλλος συμμερίζεται αυτές μου τις προτιμήσεις, αλλά με έναν
τρόπο ματαιόδοξο που τις μετατρέπει σε γνωρίσματα ηθοποιού. Θα ήταν υπερβολή να
δηλώσω πως η σχέση μας είναι εχθρική. Εγώ ζω, εγώ με αφήνω να ζω, ούτως ώστε να
μπορέσει ο Μπόρχες να εξυφάνει τη λογοτεχνία του, κι αυτή του η λογοτεχνία με
δικαιώνει. Δεν μου κοστίζει και τίποτα να ομολογήσω πως έχει φέρει εις πέρας και
κάποιες σελίδες αξιόλογες, όμως αυτές οι σελίδες δεν μπορούν να με σώσουν, ίσως
γιατί το καλό δεν είναι πια κανενός, ούτε καν αυτού του άλλου, παρά της γλώσσας
και της παράδοσης. Κατά τα λοιπά, εγώ είμαι φτιαγμένος να χάνομαι,
κατηγορηματικά, και μονάχα κάποιες στιγμές δικές μου θα μπορέσουν να επιβιώσουν
στον άλλον. Σιγά-σιγά του παραχωρώ τα πάντα, παρότι έχω πλήρη αντίληψη του
διεστραμμένου του συνήθειου να ψεύδεται και να υπερβάλλει. Ο Σπινόζα είχε
αντιληφθεί πως τα πράγματα θέλουν να παραμείνουν μέσα στο ίδιο τους το είναι: η
πέτρα θέλει να είναι πέτρα δια παντός και η τίγρη, τίγρη. Εγώ οφείλω να μείνω
στον Μπόρχες, όχι σε μένα (εάν υποτεθεί πως είμαι κάποιος), όμως με αναγνωρίζω πιο
λίγο στα γραπτά του απ’ ό,τι σε πολλά άλλα, ή απ’ ό,τι στο περίτεχνο
γρατσούνισμα μιας κιθάρας. Πριν από
χρόνια προσπάθησα να ελευθερωθώ από αυτόν και πέρασα από τη μυθολογία των περιχώρων
στα παιχνίδια με τον χρόνο και το άπειρο, όμως τώρα τα παιχνίδια αυτά είναι του
Μπόρχες, και θα πρέπει να σκαρφιστώ άλλα πράγματα. Κι έτσι η ζωή μου είναι μια
φυγή, κι όλα τα χάνω, κι όλα είναι της λησμονιάς ή αυτού του άλλου.
Δεν ξέρω ποιος απ’
τους δυο γράφει αυτή τη σελίδα.
Μετάφραση: Γιώργος Χατζητριανταφύλλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου