Παρακάτω παρατίθεται
μεταφρασμένο το άρθρο του μεξικανού καθηγητή Οικονομίας φυσικών πόρων και
βιώσιμης ανάπτυξης, Sergio E. Martínez Rivera, σχετικό με την οικονομική ή/κι επιχειρηματική
πλευρά του ποδοσφαίρου. Παρουσιάζει ενδιαφέρον η οπτική ενός λατινοαμερικάνου
για τον ευρωπαϊκό σχεδιασμό και οργάνωση, κάτι που πιθανόν να θυμίσει τη δική
μας οπτική, παρότι ευρωπαίοι οι ίδιοι. Θεωρώ απαραίτητο να διευκρινίσω ότι στις
αναφορές του στην Ευρώπη και τις ως προς αυτήν δομές –πιθανότατα- δεν είχε υπ’
όψιν του την Ελλάδα, οπότε οι όποιοι εθνικοί συνειρμοί σας δημιουργηθούν με
αφορμή τις αναφορές του στο μεξικάνικο πρωτάθλημα(τακι) ή στην διοργάνωση του
Μουντιάλ της Βραζιλίας του 2014 είναι δικαιολογημένοι…
Η εθνική ομάδα ποδοσφαίρου
της Γερμανίας ανακηρύχθηκε πρωταθλήτρια του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2014 στην
Βραζιλία. Όπως και σε άλλες περιπτώσεις, αυτό έδωσε τροφή σε αναλύσεις που
προσπαθούν να εξηγήσουν το γιατί αυτή η εθνική μαζί με άλλες επτά είναι οι
μοναδικές που το έχουν καταφέρει, από τότε που η FIFA (Παγκόσμια
Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου) δημιούργησε τον θεσμό, στις 30 Ιουνίου του 1930.
Με αφετηρία αυτά τα
δεδομένα, αυτό το δοκίμιο θα προσπαθήσει να στοχαστεί πάνω σε δυο ζητήματα, από
οικονομικής πλευράς. Πρώτον, να κάνει σαφές ότι μια ομάδα και μια επαγγελματική
λίγκα (πρωτάθλημα/διοργάνωση) αποτελούν επιχειρηματικούς οργανισμούς, γι αυτό
και η επιτυχία τους εξαρτάται από το μοντέλο επιχειρηματικότητας που πιθανόν
χρησιμοποιούν. Δεύτερον, να παρατηρήσει το πως γύρω από το ποδόσφαιρο έχει
δημιουργηθεί ένα οικονομικό σύστημα ιδιαίτερα αποδοτικό, κατά πρώτο λόγο για
την FIFA
και
κατ’ επέκταση για άλλους τομείς και μεσάζοντες.
Από ρεαλιστικής πλευράς,
μια επιχείρηση παρουσιάζεται ως ένας οργανισμός με στόχο τη μεγιστοποίηση
εισροών με το λιγότερο δυνατό λειτουργικό κόστος για την επίτευξη αυξανομένων
κερδών ούτως ώστε να αποκτήσει προνομιακή θέση στην αγορά του ανταγωνισμού. Από
κοινωνικής πλευράς, θεωρείται ότι η επιχείρηση οφείλει να υπερβεί τον
οικονομικό αυτοσκοπό για να δημιουργήσει οφέλη για την κοινωνία και το
περιβάλλον με διάφορους τρόπους. Γι αυτό και δεν πρέπει να εκπλήσσει το ότι η
Γερμανική Ομοσπονδία (DFB) με
τους χορηγούς της χρηματοδότησαν ένα ολόκληρο οικοδομικό συγκρότημα στην Μπαϊα,
όπου κατέλυσε η εθνική Γερμανίας. Αυτό που τράβηξε την προσοχή είναι ότι αυτό
το συγκρότημα, κατασκευασμένο από βραζιλιάνικα εργατικά χέρια, έμεινε τελικά
στα χέρια της τοπικής κυβέρνησης για τις ανάγκες του πληθυσμού της περιοχής (14
κατοικίες, αυτοκινητόδρομος, νοσοκομείο, γήπεδο ποδοσφαίρου, σχολείο,
εστιατόριο, πισίνα κι ένα αεροδρόμιο).
Το ευρωπαϊκό μοντέλο
επιχειρηματικότητας λειτούργησε ως έμπνευση και για άλλες χώρες αν και με
λιγότερη επιτυχία και ισχνά αποτελέσματα, μιας και για την επιτυχία επηρεάζουν
η ματιά και αντίληψη αυτού που επιχειρεί, όπως και μια σειρά από άλλους
παράγοντες. Για παράδειγμα, οι επικεφαλείς των ευρωπαϊκών ομάδων ακολουθούν
περισσότερο τις ιδέες περί επιχειρηματικότητας του Joseph A. Schumpeter, υπουργού οικονομικών
της Αυστρίας και καθηγητή στο Χάρβαρντ, που έγιναν μεταγενέστερα αποδεκτές κι
από τον Peter Drucker, τον μεγαλύτερο φιλόσοφο περί διοίκησης του 20ου
αιώνα, συμφωνώντας ότι πρόκειται για πρόσωπο που διακρίνεται για το
καινοτόμο των αντιλήψεών του, ψάχνοντας διαρκώς για αλλαγές και προσπαθώντας να
εξαλείψει απαρχαιωμένες δομές που εμποδίζουν μια επιχείρηση να φτάσει στην
κορυφή του ανταγωνισμού.
Στην Ευρώπη το πλάνο
ξεκινά με την εκπαίδευση των ποδοσφαιριστών από μικρή ηλικία στις σχολές
ποδοσφαίρου και συνηθίζει να έχει πολυσχιδή χαρακτήρα. Ως προς το θεσμικό τους
πλαίσιο, τα πρωταθλήματα και οι ομάδες έχουν ένα υψηλό επίπεδο οργάνωσης,
επαγγελματισμού και σχεδιασμού που επιτρέπει την διαρκή ανάπτυξή τους. Τέτοια
είναι η περίπτωση χωρών όπως η Αγγλία όπου το 2011 δημιουργήθηκε η Σχολή
Επιχειρήσεων Ποδοσφαίρου (UCFB)
στην οποία ξεχωρίζουν τα μαθήματα της Διοίκησης οικονομικών επιχειρήσεων,
Μάρκετινγκ και Δημοσίων σχέσεων για την σωστή διαχείριση ενός συλλόγου. Σε αυτό
προσθέστε το ότι το ο ανταγωνισμός στην Ευρώπη διαρκεί περίπου εννιά μήνες (38
αγωνιστικές) και η ομάδα που συγκεντρώνει τους περισσότερους βαθμούς τερματίζει
πρωταθλήτρια. Δηλαδή, απλά ο καλύτερος κερδίζει. Όλα αυτά εξηγούν σε μεγάλο
βαθμό την εξάσκηση, ποιότητα και το θέαμα που προσφέρουν οι ευρωπαϊκές ομάδες.
Στο Μεξικό, από την άλλη,
ακολουθείται ένα, σχεδόν ολοκληρωτικά, διαφορετικό πλάνο που έχει ως κεντρικό
στόχο την επίτευξη βραχυπρόθεσμου κέρδους. Ένα τέτοιο σχέδιο δικαιολογεί την
ύπαρξη μικρών τουρνουά με ένα Πρωταθληματάκι, την συνεχή έλευση ξένων
ποδοσφαιριστών και τις συνεχόμενες αλλαγές παικτών και τεχνικών επιτελείων.
Όπως κάθε μεγάλο
οικονομικό σύστημα, το επαγγελματικό ποδόσφαιρο δημιουργεί κέρδη εκατομμυρίων
για τις ομοσπονδίες, τις ομάδες, όπως και για άλλους τομείς και κλάδους, έμμεσα
ή άμεσα. Σε διαφοροποίηση με άλλα σπορ, το ποδόσφαιρο αποδίδει σε μόνιμη βάση
από τη διεξαγωγή μιας ευρείας γκάμας εθνικών, τοπικών και παγκοσμίων
διοργανώσεων. Δεν ωφελείται μόνο ο επιχειρηματίας ιδιοκτήτης μιας ομάδας, αλλά
και οι κατά τόπους αγορές και οι κυβερνήσεις δια της δημοσιονομικής οδού, για
παράδειγμα. Υπάρχουν χώρες όπως η Αργεντινή που εξειδικεύονται στην εξαγωγή
ποδοσφαιριστών, το οποίο επιφέρει διάφορα έσοδα για μια σειρά συμμετεχόντων:
τον ποδοσφαιριστή, τον μάνατζερ, τον σύλλογο που πουλάει τα δικαιώματα του
παίκτη όπως και τις χώρες, εξαγωγής και εισαγωγής, μέσω της φορολόγησης. Σε
αυτό, η Αργεντινή κατέχει την πρώτη θέση σε εξαγωγή ποδοσφαιριστών όταν το 2014
μεταγράφηκαν, σε διάφορους συλλόγους διεθνώς, 1.945 ποδοσφαιριστές της για ένα
ποσό που προσεγγίζει τα 275 εκατομμύρια δολάρια.
Ωστόσο, δεν είναι όλα
ανθηρά αφού στο όνομα της επίτευξης μεγαλύτερων εσόδων ο οπαδός φτάνει να
μπουχτίσει με τόσο ποδόσφαιρο, ενώ παράλληλα παρακινείται στον καταναλωτισμό
αγαθών και υπηρεσιών, κάτι που επιφέρει διάφορες επιπλοκές σε κοινωνικό και
περιβαλλοντολογικό επίπεδο. Επιπλέον, ασκείται αυστηρή κριτική για την
εκμετάλλευση που υφίσταται ο ποδοσφαιριστής. Σε αυτό το σημείο, ποδοσφαιριστές
από διαφορετικά μήκη και πλάτη έχουν εκφραστεί εναντίον ενός τόσο εντατικού
συστήματος ανταγωνισμού που τους κάνει να εμφανίζονται ως εμπόρευμα, από πολύ μικρή
ηλικία. Κάποιοι παίζουν χωρίς την έγκαιρη καταβολή μισθών και μπόνους, άλλοι
χωρίς καθόλου πληρωμή και στην πλειοψηφία τους στερούνται συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων και
ασφάλισης, ενώ ο εργοδότης τους μπορεί να διακόψει το συμβόλαιο τους όποτε το
θελήσει.
Ομοίως, γεγονότα όπως ένα
Μουντιάλ συνηθίζεται να κριτικάρονται, δεδομένου ότι τα κέρδη που δημιουργούν
είναι βραχυπρόθεσμα, υλοποιούνται με δημόσιους πόρους και αυτοί που
επωφελούνται περισσότερο είναι οι μεγάλες επιχειρήσεις, σε εθνικό και διεθνές
επίπεδο. Το Μουντιάλ της Βραζιλίας του 2014 διακρίθηκε για τις διαμαρτυρίες της
βραζιλιάνικης κοινωνίας εναντίον της κυβέρνησης με το επιχείρημα ότι η χώρα
χρειαζόταν μεγαλύτερες επενδύσεις σε υγεία, δημόσια ασφάλεια κι εκπαίδευση, τον
περιορισμό της διαφθοράς του δημόσιου τομέα και όχι ένα Μουντιάλ. Απόδειξη
αυτού είναι ότι από όλες τις υποδομές που κατασκευάστηκαν μονάχα οι σχετικές με
μετακινήσεις και μεταφορές προβλέπεται να χρησιμεύσουν στο μέλλον.
Απόδοση στα ελληνικά: Γιώργος Χατζητριανταφύλλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου